Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκνόμιος
ἔκνομος
ἔκνοος
ἐκνοσηλεύω
ἐκνοστέω
ἐκνοσφίζομαι
ἐκνοτίζω
ἐκνυκτερεύομαι
ἐκνύσσω
ἐκξέω
ἐκξιφίζομαι
ἐκξυλόομαι
ἐκξύω
ἑκοντί
ἑκουσιάζομαι
ἑκουσιασμός
ἑκούσιος
ἑκουσιότης
ἐκπαγλέομαι
ἔκπαγλος
ἐκπαγλότης
View word page
ἐκξιφίζομαι
unsheathe the sword

ShortDef

unsheathe the sword

Debugging

Headword:
ἐκξιφίζομαι
Headword (normalized):
ἐκξιφίζομαι
Headword (normalized/stripped):
εκξιφιζομαι
IDX:
27638
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27639
Key:

Data

{'content': 'unsheathe the sword'}