Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκνοέω
ἔκνοια
ἐκνόμιος
ἔκνομος
ἔκνοος
ἐκνοσηλεύω
ἐκνοστέω
ἐκνοσφίζομαι
ἐκνοτίζω
ἐκνυκτερεύομαι
ἐκνύσσω
ἐκξέω
ἐκξιφίζομαι
ἐκξυλόομαι
ἐκξύω
ἑκοντί
ἑκουσιάζομαι
ἑκουσιασμός
ἑκούσιος
ἑκουσιότης
ἐκπαγλέομαι
View word page
ἐκνύσσω
expungo
ShortDef
expungo
Debugging
Headword:
ἐκνύσσω
Headword (normalized):
ἐκνύσσω
Headword (normalized/stripped):
εκνυσσω
IDX:
27636
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27637
Key:
Data
{'content': 'expungo'}