Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἔκνιψις
ἐκνοέω
ἔκνοια
ἐκνόμιος
ἔκνομος
ἔκνοος
ἐκνοσηλεύω
ἐκνοστέω
ἐκνοσφίζομαι
ἐκνοτίζω
ἐκνυκτερεύομαι
ἐκνύσσω
ἐκξέω
ἐκξιφίζομαι
ἐκξυλόομαι
ἐκξύω
ἑκοντί
ἑκουσιάζομαι
ἑκουσιασμός
ἑκούσιος
ἑκουσιότης
View word page
ἐκνυκτερεύομαι
stand overnight

ShortDef

stand overnight

Debugging

Headword:
ἐκνυκτερεύομαι
Headword (normalized):
ἐκνυκτερεύομαι
Headword (normalized/stripped):
εκνυκτερευομαι
IDX:
27635
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27636
Key:

Data

{'content': 'stand overnight'}