Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκεστής
ἀκεστίδες
ἀκεστικός
ἀκεστορία
ἀκεστός
ἀκέστρα
ἀκέστρια
ἀκεστρίς
ἄκεστρον
ἀκέστωρ
ἀκεσφορία
ἀκεσφόρος
ἀκεσώδυνος
ἀκέφαλος
ἀκέω
ἀκέω2
ἀκέων
ἀκή
ἀκή2
ἀκή3
ἀκήδεια
View word page
ἀκεσφορία
healing, salvation

ShortDef

healing, salvation

Debugging

Headword:
ἀκεσφορία
Headword (normalized):
ἀκεσφορία
Headword (normalized/stripped):
ακεσφορια
IDX:
2756
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2757
Key:

Data

{'content': 'healing, salvation'}