Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκμαρτύριον
ἐκμαρτύρομαι
ἐκμασάομαι
ἐκμάσσατο
ἐκμάσσω
ἐκμαστεύω
ἐκμαστιγόω
ἐκμεθύσκω
ἐκμείλιξις
ἐκμειλίσσω
ἐκμείρομαι
ἐκμελαίνομαι
ἐκμελανίζω
ἐκμέλεια
ἐκμελετάω
ἐκμελής
ἐκμελίζω
ἐκμεταλλεύω
ἐκμέταλλος
ἐκμετρέω
ἐκμέτρησις
View word page
ἐκμείρομαι
obtained a chief share

ShortDef

obtained a chief share

Debugging

Headword:
ἐκμείρομαι
Headword (normalized):
ἐκμείρομαι
Headword (normalized/stripped):
εκμειρομαι
IDX:
27562
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27563
Key:

Data

{'content': 'obtained a chief share'}