Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκλαλέω
ἐκλάλησις
ἐκλαλητικός
ἐκλαμβάνω
ἔκλαμπρος
ἐκλαμπρύνω
ἐκλάμπω
ἔκλαμψις
ἐκλανθάνω
ἐκλαπάζω
ἐκλάπτω
ἐκλατομέω
ἐκλαχαίνω
ἐκλαχανίζομαι
ἐκλεαίνω
ἐκλεασμός
ἐκλέγω
ἔκλειγμα
ἐκλειγματώδης
ἐκλεικτικός
ἐκλειοτριβέω
View word page
ἐκλάπτω
to drink off

ShortDef

to drink off

Debugging

Headword:
ἐκλάπτω
Headword (normalized):
ἐκλάπτω
Headword (normalized/stripped):
εκλαπτω
IDX:
27442
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27443
Key:

Data

{'content': 'to drink off'}