Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκκοπρόω
ἐκκόπρωσις
ἐκκοπρωτικός
ἐκκοπτέον
ἐκκόπτης
ἐκκοπτικός
ἐκκόπτω
ἐκκορέω
ἐκκορίζω
ἐκκορυφόω
ἐκκοσμέω
ἐκκόσμησις
ἐκκοττίζω
ἐκκότυλος
ἐκκουφίζω
ἐκκραγγάνω
ἐκκράζω
ἐκκρέμαμαι
ἐκκρεμάννυμι
ἐκκρέμασις
ἐκκρεμής
View word page
ἐκκοσμέω
deck out, adorn

ShortDef

deck out, adorn

Debugging

Headword:
ἐκκοσμέω
Headword (normalized):
ἐκκοσμέω
Headword (normalized/stripped):
εκκοσμεω
IDX:
27378
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27379
Key:

Data

{'content': 'deck out, adorn'}