Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκκομιστής
ἐκκομπάζω
ἐκκομψεύομαι
ἐκκονίομαι
ἐκκοπεύς
ἐκκοπή
ἔκκοπος
ἐκκοπρίζω
ἐκκοπρόω
ἐκκόπρωσις
ἐκκοπρωτικός
ἐκκοπτέον
ἐκκόπτης
ἐκκοπτικός
ἐκκόπτω
ἐκκορέω
ἐκκορίζω
ἐκκορυφόω
ἐκκοσμέω
ἐκκόσμησις
ἐκκοττίζω
View word page
ἐκκοπρωτικός
promoting passage of faeces
ShortDef
promoting passage of faeces
Debugging
Headword:
ἐκκοπρωτικός
Headword (normalized):
ἐκκοπρωτικός
Headword (normalized/stripped):
εκκοπρωτικος
IDX:
27370
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27371
Key:
Data
{'content': 'promoting passage of faeces'}