Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἔκκλυστος
ἐκκλύω
ἐκκναίω
ἐκκνάω
ἐκκνημόω
ἐκκοβαλικεύομαι
ἐκκοδοάζω
ἐκκοδομεύω
ἐκκοιλαίνω
ἐκκοιλίζω
ἔκκοιλος
ἐκκοιμάομαι
ἐκκοιτέω
ἐκκοιτία
ἐκκοκκίζω
ἐκκολάπτω
ἐκκόλαψις
ἐκκολυμβάω
ἐκκομιδή
ἐκκομίζω
ἐκκομισμός
View word page
ἔκκοιλος
sunken
ShortDef
sunken
Debugging
Headword:
ἔκκοιλος
Headword (normalized):
ἔκκοιλος
Headword (normalized/stripped):
εκκοιλος
IDX:
27349
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27350
Key:
Data
{'content': 'sunken'}