Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἔκκλητος
ἔκκλιμα
ἐκκλιμακίζω
ἐκκλινής
ἐκκλίνω
ἔκκλισις
ἐκκλιτέον
ἐκκλίτης
ἐκκλιτικός
ἐκκλιτός
ἐκκλύζω
ἔκκλυσμα
ἔκκλυστος
ἐκκλύω
ἐκκναίω
ἐκκνάω
ἐκκνημόω
ἐκκοβαλικεύομαι
ἐκκοδοάζω
ἐκκοδομεύω
ἐκκοιλαίνω
View word page
ἐκκλύζω
to wash out
ShortDef
to wash out
Debugging
Headword:
ἐκκλύζω
Headword (normalized):
ἐκκλύζω
Headword (normalized/stripped):
εκκλυζω
IDX:
27337
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27338
Key:
Data
{'content': 'to wash out'}