Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκκληματόομαι
ἔκκληρος
ἐκκλησία
ἐκκλησιάζω
ἐκκλησιασμός
ἐκκλησιαστήριον
ἐκκλησιαστής
ἐκκλησιαστικός
ἐκκλησιέκδικος
ἔκκλησις
ἐκκλητεύω
ἐκκλητής
ἐκκλητικός
ἔκκλητος
ἔκκλιμα
ἐκκλιμακίζω
ἐκκλινής
ἐκκλίνω
ἔκκλισις
ἐκκλιτέον
ἐκκλίτης
View word page
ἐκκλητεύω
to summon into court

ShortDef

to summon into court

Debugging

Headword:
ἐκκλητεύω
Headword (normalized):
ἐκκλητεύω
Headword (normalized/stripped):
εκκλητευω
IDX:
27324
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27325
Key:

Data

{'content': 'to summon into court'}