Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκκαταπάλλω
ἐκκαταράσσω
ἐκκατεῖδον
ἐκκατεφάλλομαι
ἐκκαυλέω
ἐκκαύλημα
ἐκκαύλησις
ἐκκαυλίζω
ἔκκαυμα
ἔκκαυσις
ἐκκαυστικός
ἐκκαυχάομαι
ἐκκαχλάζω
ἐκκαχρύζω
ἐκκεδάννυμι
ἔκκειμαι
ἐκκειμένως
ἐκκείρω
ἐκκέλευθος
ἐκκενόω
ἐκκεντέω
View word page
ἐκκαυστικός
inflammatory

ShortDef

inflammatory

Debugging

Headword:
ἐκκαυστικός
Headword (normalized):
ἐκκαυστικός
Headword (normalized/stripped):
εκκαυστικος
IDX:
27280
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27281
Key:

Data

{'content': 'inflammatory'}