Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκεραιόομαι
ἀκέραιος
ἀκεραιοσύνη
ἀκεραιότης
ἀκέραστος
ἀκέρατος
ἀκεραύνωτος
ἀκέρδεια
ἀκερδής
ἀκέρκιστος
ἄκερκος
ἀκερματία
ἀκερσεκόμας
ἀκερσεκόμης
ἄκερχνος
ἄκερως
ἀκέρωτος
ἀκεσίμβροτος
ἀκέσιμος
ἀκέσιος
ἄκεσις
View word page
ἄκερκος
without a tail
ShortDef
without a tail
Debugging
Headword:
ἄκερκος
Headword (normalized):
ἄκερκος
Headword (normalized/stripped):
ακερκος
IDX:
2726
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2727
Key:
Data
{'content': 'without a tail'}