Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκέομαι
ἀκεόντως
ἀκεραιόομαι
ἀκέραιος
ἀκεραιοσύνη
ἀκεραιότης
ἀκέραστος
ἀκέρατος
ἀκεραύνωτος
ἀκέρδεια
ἀκερδής
ἀκέρκιστος
ἄκερκος
ἀκερματία
ἀκερσεκόμας
ἀκερσεκόμης
ἄκερχνος
ἄκερως
ἀκέρωτος
ἀκεσίμβροτος
ἀκέσιμος
View word page
ἀκερδής
without gain, bringing loss
ShortDef
without gain, bringing loss
Debugging
Headword:
ἀκερδής
Headword (normalized):
ἀκερδής
Headword (normalized/stripped):
ακερδης
IDX:
2724
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2725
Key:
Data
{'content': 'without gain, bringing loss'}