Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκδικητικός
ἐκδικία
ἔκδικος
ἐκδικόφως
ἐκδιοικέω
ἐκδιοικήσιμος
ἐκδιοίκησις
ἐκδιορύσσω
ἐκδιφάω
ἐκδιφρεύω
ἐκδιψάω
ἔκδιψος
ἐκδιωκτέον
ἐκδιώκω
ἐκδίωξις
ἐκδοκιμάζω
ἐκδονέω
ἐκδορά
ἐκδόριος
ἐκδόσιμος
ἔκδοσις
View word page
ἐκδιψάω
to be parched with drought

ShortDef

to be parched with drought

Debugging

Headword:
ἐκδιψάω
Headword (normalized):
ἐκδιψάω
Headword (normalized/stripped):
εκδιψαω
IDX:
27077
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27078
Key:

Data

{'content': 'to be parched with drought'}