Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκγυμνάζω
ἐκγυμνόω
ἐκδᾳδόομαι
ἐκδακρύω
ἐκδανείζω
ἐκδάνεισις
ἐκδανεισμός
ἐκδανειστής
ἐκδανειστικός
ἐκδαπανάω
ἔκδαρμα
ἐκδαρτικός
ἐκδασύνομαι
ἐκδάω
ἐκδεδιητημένως
ἐκδεής
ἔκδεια
ἐκδείκνυμι
ἐκδεινόω
ἐκδειπνέω
ἐκδεκατεύω
View word page
ἔκδαρμα
excoriation

ShortDef

excoriation

Debugging

Headword:
ἔκδαρμα
Headword (normalized):
ἔκδαρμα
Headword (normalized/stripped):
εκδαρμα
IDX:
27014
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27015
Key:

Data

{'content': 'excoriation'}