Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκβλαστάνω
ἐκβλάστημα
ἐκβλάστησις
ἐκβλέπω
ἐκβλήσιμος
ἐκβλητέον
ἐκβλητέος
ἐκβλητικός
ἔκβλητος
ἐκβλύζω
ἔκβλυσμα
ἐκβλώσκω
ἐκβοάω
ἐκβοήθεια
ἐκβοηθέω
ἐκβοήθησις
ἐκβόησις
ἐκβολάς
ἐκβολβίζω
ἐκβολεύς
ἐκβολή
View word page
ἔκβλυσμα
sluice

ShortDef

sluice

Debugging

Headword:
ἔκβλυσμα
Headword (normalized):
ἔκβλυσμα
Headword (normalized/stripped):
εκβλυσμα
IDX:
26948
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26949
Key:

Data

{'content': 'sluice'}