Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἑκατοστήριος
ἑκατοστιαῖος
ἑκατοστοεικοστόγδοον
ἑκατοστοεικοστός
ἑκατόστομος
ἑκατοστός
ἑκατόστυλος
ἑκατοστύς
ἑκατόφυλλον
ἐκβάζω
ἐκβαίνω
ἐκβάκχευσις
ἐκβακχεύω
ἐκβάλλω
ἐκβαρβαρόω
ἐκβαρβάρωσις
ἐκβασανίζω
ἐκβασιλίζομαι
ἐκβάσιος
ἔκβασις
ἐκβασμίδωσις
View word page
ἐκβαίνω
to step out of
ShortDef
to step out of
Debugging
Headword:
ἐκβαίνω
Headword (normalized):
ἐκβαίνω
Headword (normalized/stripped):
εκβαινω
IDX:
26910
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26911
Key:
Data
{'content': 'to step out of'}