Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑκατογκεφάλας
ἑκατογκέφαλος
ἑκατόγκρανος
ἑκατόγχειρος
ἑκατόζυγος
ἑκατόμβα
ἑκατόμβαιος
Ἑκατομβαιών
ἑκατόμβη
ἑκατόμβιος
ἑκατόμβοιος
ἑκατόμπεδος
ἑκατόμπηχυς
ἑκατόμπολις
ἑκατόμπους
ἑκατόμπυλος
ἑκατομφόνια
ἑκατόν
ἑκατονδεκάρουρος
ἑκατονστάτηρον
ἑκατοντάβιβλος
View word page
ἑκατόμβοιος
worth a hundred oxen

ShortDef

worth a hundred oxen

Debugging

Headword:
ἑκατόμβοιος
Headword (normalized):
ἑκατόμβοιος
Headword (normalized/stripped):
εκατομβοιος
IDX:
26852
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26853
Key:

Data

{'content': 'worth a hundred oxen'}