Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑκατηβόλος
Ἑκατήσιον
Ἑκατικός
ἑκατόγγυιος
ἑκατογκάρανος
ἑκατογκεφάλας
ἑκατογκέφαλος
ἑκατόγκρανος
ἑκατόγχειρος
ἑκατόζυγος
ἑκατόμβα
ἑκατόμβαιος
Ἑκατομβαιών
ἑκατόμβη
ἑκατόμβιος
ἑκατόμβοιος
ἑκατόμπεδος
ἑκατόμπηχυς
ἑκατόμπολις
ἑκατόμπους
ἑκατόμπυλος
View word page
ἑκατόμβα
hecatomb

ShortDef

hecatomb

Debugging

Headword:
ἑκατόμβα
Headword (normalized):
ἑκατόμβα
Headword (normalized/stripped):
εκατομβα
IDX:
26847
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26848
Key:

Data

{'content': 'hecatomb'}