Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑκάτερος
ἑκατέρω
ἑκατέρωθεν
ἑκατέρωθι
ἑκατέρως
ἑκατέρωσε
Ἑκάτη
ἑκάτη
ἑκατηβόλος
Ἑκατήσιον
Ἑκατικός
ἑκατόγγυιος
ἑκατογκάρανος
ἑκατογκεφάλας
ἑκατογκέφαλος
ἑκατόγκρανος
ἑκατόγχειρος
ἑκατόζυγος
ἑκατόμβα
ἑκατόμβαιος
Ἑκατομβαιών
View word page
Ἑκατικός
of Hecate

ShortDef

of Hecate

Debugging

Headword:
Ἑκατικός
Headword (normalized):
ἑκατικός
Headword (normalized/stripped):
εκατικος
IDX:
26839
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26840
Key:

Data

{'content': 'of Hecate'}