Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εἰσοιχνέω
εἰσόκε
εἰσολισθάνω
εἴσομαι
εἰσομιλέω
εἰσομόργνυμι
εἰσόπιν
εἰσοπίσω
εἴσοπτος
εἰσοπτρίζω
εἰσοπτρικός
εἰσοπτρισμός
εἰσοπτροειδής
εἴσοπτρον
εἰσοράω
εἰσορμάω
εἰσορμίζω
εἰσορούω
ἔϊσος
εἰσότε
εἰσοχετεύω
View word page
εἰσοπτρικός
seen in a mirror

ShortDef

seen in a mirror

Debugging

Headword:
εἰσοπτρικός
Headword (normalized):
εἰσοπτρικός
Headword (normalized/stripped):
εισοπτρικος
IDX:
26722
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26723
Key:

Data

{'content': 'seen in a mirror'}