Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εἰσοικέω
εἰσοίκησις
εἰσοικίζω
εἰσοικισμός
εἰσοικοδομέω
εἰσοιστέος
εἰσοιχνέω
εἰσόκε
εἰσολισθάνω
εἴσομαι
εἰσομιλέω
εἰσομόργνυμι
εἰσόπιν
εἰσοπίσω
εἴσοπτος
εἰσοπτρίζω
εἰσοπτρικός
εἰσοπτρισμός
εἰσοπτροειδής
εἴσοπτρον
εἰσοράω
View word page
εἰσομιλέω
flatter, toady
ShortDef
flatter, toady
Debugging
Headword:
εἰσομιλέω
Headword (normalized):
εἰσομιλέω
Headword (normalized/stripped):
εισομιλεω
IDX:
26716
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26717
Key:
Data
{'content': 'flatter, toady'}