Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκατασκεύαστος
ἀκατάσκευος
ἀκατασκήνωτος
ἀκατασόφιστος
ἀκαταστασία
ἀκαταστατέω
ἀκατάστατος
ἀκαταστέριστος
ἀκαταστόχαστος
ἀκατάστρεπτος
ἀκατάστροφος
ἀκατάσχαστος
ἀκατασχεσία
ἀκατάσχετος
ἀκατάτακτος
ἀκατάτρητος
ἀκατάτριπτος
ἀκαταύγαστος
ἀκατάφθορος
ἀκαταφόρητος
ἀκαταφρόνητος
View word page
ἀκατάστροφος
never-ending
ShortDef
never-ending
Debugging
Headword:
ἀκατάστροφος
Headword (normalized):
ἀκατάστροφος
Headword (normalized/stripped):
ακαταστροφος
IDX:
2669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2670
Key:
Data
{'content': 'never-ending'}