Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εἴσδοσις
εἰσδοχή
εἰσδρομή
εἴσδυσις
εἰσδύω
εἰσεάω
εἰσεγγίζω
εἴσειμι
εἰσέλασις
εἰσελαστικός
εἰσελαύνω
εἰσέλευσις
εἰσέλκω
εἰσεμβαίνω
εἰσεμπορεύομαι
εἰσεντίθημι
εἰσέπειτα
εἰσεπιδημέω
εἰσέργνυμι
εἰσέρπω
εἰσέρρω
View word page
εἰσελαύνω
to drive in
ShortDef
to drive in
Debugging
Headword:
εἰσελαύνω
Headword (normalized):
εἰσελαύνω
Headword (normalized/stripped):
εισελαυνω
IDX:
26605
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26606
Key:
Data
{'content': 'to drive in'}