Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εἰροχαρής
εἰρτός
εἰρυσιώνη
εἴρω
εἴρω2
εἴρων
εἰρωνεία
εἰρώνευμα
εἰρωνεύομαι
εἰρωνευτής
εἰρωνικός
εἰς
εἷς
εἰσαγγελεύς
εἰσαγγελία
εἰσαγγέλλω
εἰσάγγελσις
εἰσαγγελτικός
εἰσαγείρομαι
εἰσαγείρω
εἰσάγω
View word page
εἰρωνικός
dissembling, putting on a feigned ignorance

ShortDef

dissembling, putting on a feigned ignorance

Debugging

Headword:
εἰρωνικός
Headword (normalized):
εἰρωνικός
Headword (normalized/stripped):
ειρωνικος
IDX:
26508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26509
Key:

Data

{'content': 'dissembling, putting on a feigned ignorance'}