Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκατάμακτος
ἀκαταμαρτύρητος
ἀκαταμάχητος
ἀκαταμέμπτως
ἀκαταμέτρητος
ἀκατάμικτος
ἀκατανάγκαστος
ἀκατανέμητος
ἀκατανόητος
ἀκατάξεστος
ἀκαταπάλαιστος
ἀκατάπαυστος
ἀκατάπληκτος
ἀκαταπληξία
ἀκαταπόνητος
ἀκατάποτος
ἀκαταπράϋντος
ἀκαταπτόητος
ἀκατάπτωτος
ἀκατάσβεστος
ἀκατάσειστος
View word page
ἀκαταπάλαιστος
unconquerable in wrestling

ShortDef

unconquerable in wrestling

Debugging

Headword:
ἀκαταπάλαιστος
Headword (normalized):
ἀκαταπάλαιστος
Headword (normalized/stripped):
ακαταπαλαιστος
IDX:
2647
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2648
Key:

Data

{'content': 'unconquerable in wrestling'}