Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Εἵλως
εἱλωτεία
εἱλωτεύω
εἱλωτίζομαι
εἱλωτικός
εἷμα
εἱμάρσην
εἱμαρτός
εἱματανωπερίβαλλος
εἱματισμός
εἶμι
εἰμί
εἰναετες
εἰναετής
εἰναλίφοιτος
εἰνάνυχες
εἰνάς
εἰνάτερες
εἰναφώσσων
εἵνεκεν
εἰνοσίφυλλος
View word page
εἶμι
come, go
ShortDef
come, go
Debugging
Headword:
εἶμι
Headword (normalized):
εἶμι
Headword (normalized/stripped):
ειμι
IDX:
26436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26437
Key:
Data
{'content': 'come, go'}