Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκατάκριτος
ἀκάτακτος
ἀκατάληκτος
ἀκαταληπτέω
ἀκατάληπτος
ἀκαταληψία
ἀκατάλλακτος
ἀκαταλληλία
ἀκατάλληλος
ἀκατάλυτος
ἀκαταμάθητος
ἀκατάμακτος
ἀκαταμαρτύρητος
ἀκαταμάχητος
ἀκαταμέμπτως
ἀκαταμέτρητος
ἀκατάμικτος
ἀκατανάγκαστος
ἀκατανέμητος
ἀκατανόητος
ἀκατάξεστος
View word page
ἀκαταμάθητος
not learnt
ShortDef
not learnt
Debugging
Headword:
ἀκαταμάθητος
Headword (normalized):
ἀκαταμάθητος
Headword (normalized/stripped):
ακαταμαθητος
IDX:
2636
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2637
Key:
Data
{'content': 'not learnt'}