Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εἰκοσιπέντε
εἰκοσίπηχυς
εἰκοσιστάδιος
εἰκοσιτέσσαρες
εἰκοσιτρία
εἰκοσίφυλλος
εἰκόσορος
εἰκοσταῖος
εἰκοστή
εἰκοστόγδοον
εἰκοστοέβδομος
εἰκοστοεκταῖος
εἰκοστολόγος
εἰκοστόπεμπτος
εἰκοστόπρωτος
εἰκοστός
εἰκοστοτέταρτος
εἰκοστώνης
εἰκοσώρυγος
εἰκοτολογέω
εἰκοτολογία
View word page
εἰκοστοέβδομος
twenty-seventh

ShortDef

twenty-seventh

Debugging

Headword:
εἰκοστοέβδομος
Headword (normalized):
εἰκοστοέβδομος
Headword (normalized/stripped):
εικοστοεβδομος
IDX:
26362
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26363
Key:

Data

{'content': 'twenty-seventh'}