Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκατακόσμητος
ἀκατάκριτος
ἀκάτακτος
ἀκατάληκτος
ἀκαταληπτέω
ἀκατάληπτος
ἀκαταληψία
ἀκατάλλακτος
ἀκαταλληλία
ἀκατάλληλος
ἀκατάλυτος
ἀκαταμάθητος
ἀκατάμακτος
ἀκαταμαρτύρητος
ἀκαταμάχητος
ἀκαταμέμπτως
ἀκαταμέτρητος
ἀκατάμικτος
ἀκατανάγκαστος
ἀκατανέμητος
ἀκατανόητος
View word page
ἀκατάλυτος
indissoluble

ShortDef

indissoluble

Debugging

Headword:
ἀκατάλυτος
Headword (normalized):
ἀκατάλυτος
Headword (normalized/stripped):
ακαταλυτος
IDX:
2635
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2636
Key:

Data

{'content': 'indissoluble'}