Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εἰκονιστής
εἰκονογραφέω
εἰκονογραφία
εἰκονογράφος
εἰκονολογέω
εἰκονολογία
εἰκονόμορφος
εἰκονοποιία
εἰκονοποιός
εἰκονοστάσιον
εἰκονώδης
εἰκός
εἰκοσάβοιος
εἰκοσαγράμματος
εἰκοσάγωνος
εἰκοσάεδρος
εἰκοσαετηρίς
εἰκοσαετής
εἰκοσαετία
εἰκοσάκις
εἰκοσάκωλος
View word page
εἰκονώδης
fantastic

ShortDef

fantastic

Debugging

Headword:
εἰκονώδης
Headword (normalized):
εἰκονώδης
Headword (normalized/stripped):
εικονωδης
IDX:
26313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26314
Key:

Data

{'content': 'fantastic'}