Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκαταθύμιος
ἀκαταιτίατος
ἀκατακάλυπτος
ἀκατάκαυστος
ἀκατάκλαστος
ἀκατακόσμητος
ἀκατάκριτος
ἀκάτακτος
ἀκατάληκτος
ἀκαταληπτέω
ἀκατάληπτος
ἀκαταληψία
ἀκατάλλακτος
ἀκαταλληλία
ἀκατάλληλος
ἀκατάλυτος
ἀκαταμάθητος
ἀκατάμακτος
ἀκαταμαρτύρητος
ἀκαταμάχητος
ἀκαταμέμπτως
View word page
ἀκατάληπτος
that cannot be reached

ShortDef

that cannot be reached

Debugging

Headword:
ἀκατάληπτος
Headword (normalized):
ἀκατάληπτος
Headword (normalized/stripped):
ακαταληπτος
IDX:
2630
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2631
Key:

Data

{'content': 'that cannot be reached'}