Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εἰκαστέον
εἰκαστής
εἰκαστικός
εἰκαστός
εἰκελόνειρος
εἴκελος
εἰκελόφωνος
εἰκῇ
εἰκοβολέω
εἰκοβολία
εἰκονίζω
εἰκονικός
εἰκόνισμα
εἰκονισμός
εἰκονιστής
εἰκονογραφέω
εἰκονογραφία
εἰκονογράφος
εἰκονολογέω
εἰκονολογία
εἰκονόμορφος
View word page
εἰκονίζω
copy

ShortDef

copy

Debugging

Headword:
εἰκονίζω
Headword (normalized):
εἰκονίζω
Headword (normalized/stripped):
εικονιζω
IDX:
26299
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26300
Key:

Data

{'content': 'copy'}