Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκαταδούλωτος
ἀκαταθύμιος
ἀκαταιτίατος
ἀκατακάλυπτος
ἀκατάκαυστος
ἀκατάκλαστος
ἀκατακόσμητος
ἀκατάκριτος
ἀκάτακτος
ἀκατάληκτος
ἀκαταληπτέω
ἀκατάληπτος
ἀκαταληψία
ἀκατάλλακτος
ἀκαταλληλία
ἀκατάλληλος
ἀκατάλυτος
ἀκαταμάθητος
ἀκατάμακτος
ἀκαταμαρτύρητος
ἀκαταμάχητος
View word page
ἀκαταληπτέω
not to understand

ShortDef

not to understand

Debugging

Headword:
ἀκαταληπτέω
Headword (normalized):
ἀκαταληπτέω
Headword (normalized/stripped):
ακαταληπτεω
IDX:
2629
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2630
Key:

Data

{'content': 'not to understand'}