Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εἰκαιοσύνη
εἰκαιότης
εἰκαιόψογοι
εἰκάς
εἰκασία
εἰκάσιμος
εἴκασμα
εἰκασμός
εἰκαστέον
εἰκαστής
εἰκαστικός
εἰκαστός
εἰκελόνειρος
εἴκελος
εἰκελόφωνος
εἰκῇ
εἰκοβολέω
εἰκοβολία
εἰκονίζω
εἰκονικός
εἰκόνισμα
View word page
εἰκαστικός
able to represent

ShortDef

able to represent

Debugging

Headword:
εἰκαστικός
Headword (normalized):
εἰκαστικός
Headword (normalized/stripped):
εικαστικος
IDX:
26291
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26292
Key:

Data

{'content': 'able to represent'}