Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγαλματώδης
ἀγαλμοτυπεύς
ἀγάλοχον
ἄγαλσις
ἄγαμαι
Ἀγαμεμνόνεος
Ἀγαμεμνονίδης
Ἀγαμεμνόνιος
Ἀγαμέμνων
ἀγαμένως
Ἀγαμήδη
ἀγαμία
ἀγαμίου
ἄγαμος
ἄγαν
ἀγανακτέω
ἀγανάκτησις
ἀγανακτητέον
ἀγανακτητικός
ἀγανακτητός
ἀγάννιφος
View word page
Ἀγαμήδη
Agamede

ShortDef

Agamede

Debugging

Headword:
Ἀγαμήδη
Headword (normalized):
ἀγαμήδη
Headword (normalized/stripped):
αγαμηδη
IDX:
261
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-262
Key:

Data

{'content': 'Agamede'}