Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐθελόκωφος
ἐθελοντηδόν
ἐθελοντήν
ἐθελοντήρ
ἐθελοντής
ἐθελοντί
ἐθελόπονος
ἐθελόπορνος
ἐθελοπρόξενος
ἐθελορήτωρ
ἐθελόσυχνος
ἐθελουργέω
ἐθελουργός
ἐθελούσιος
ἐθελοφιλόσοφος
ἐθέλω
ἕθεν
ἐθημολογέω
ἐθημοσύνη
ἐθήμων
ἐθίζω
View word page
ἐθελόσυχνος
fond of repetition, a bore

ShortDef

fond of repetition, a bore

Debugging

Headword:
ἐθελόσυχνος
Headword (normalized):
ἐθελόσυχνος
Headword (normalized/stripped):
εθελοσυχνος
IDX:
26174
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26175
Key:

Data

{'content': 'fond of repetition, a bore'}