Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐεικόσορος
ἔερσα
ἐετῶς
Ἔζδρας
ἕζομαι
ἕζω
ἐθάς
ἔθειρα
ἐθειράζω
ἐθειρολόγος
ἐθείρω
ἐθελακρίβεια
ἐθελακριβής
ἐθελάστειος
ἐθελεχθρέω
ἐθέλεχθρος
ἐθελημός
ἐθελοδουλεία
ἐθελοδουλέω
ἐθελόδουλος
ἐθελοθρησκεία
View word page
ἐθείρω
tend, till
ShortDef
tend, till
Debugging
Headword:
ἐθείρω
Headword (normalized):
ἐθείρω
Headword (normalized/stripped):
εθειρω
IDX:
26146
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26147
Key:
Data
{'content': 'tend, till'}