Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἔδω
ἐδωδή
ἐδώδιμος
ἐδωδός
ἑδωλιάζω
ἑδώλιον
ἐδώλιος
ἐέ
ἕε
ἐεικοσάβοιος
ἐεικόσορος
ἔερσα
ἐετῶς
Ἔζδρας
ἕζομαι
ἕζω
ἐθάς
ἔθειρα
ἐθειράζω
ἐθειρολόγος
ἐθείρω
View word page
ἐεικόσορος
twenty-oared

ShortDef

twenty-oared

Debugging

Headword:
ἐεικόσορος
Headword (normalized):
ἐεικόσορος
Headword (normalized/stripped):
εεικοσορος
IDX:
26136
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26137
Key:

Data

{'content': 'twenty-oared'}