Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄκαρπος
ἀκάρπωτος
ἀκαρτέρητος
ἄκαρτος
ἀκαρφής
ἄκασκα
ἀκασκαῖος
Ἀκάστη
Ἄκαστος
ἀκατάβλητος
ἀκαταβολέω
ἀκατάβολος
ἀκαταγγείωτος
ἀκατάγγελτος
ἀκατάγνωστος
ἀκαταγώνιστος
ἀκαταδίκαστος
ἀκαταδούλωτος
ἀκαταθύμιος
ἀκαταιτίατος
ἀκατακάλυπτος
View word page
ἀκαταβολέω
default
ShortDef
default
Debugging
Headword:
ἀκαταβολέω
Headword (normalized):
ἀκαταβολέω
Headword (normalized/stripped):
ακαταβολεω
IDX:
2612
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2613
Key:
Data
{'content': 'default'}