Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑδνωτής
ἕδος
ἕδρα
ἑδράζω
ἑδραῖος
ἑδραιότης
ἑδραιόω
ἑδραίωμα
ἑδραίωσις
ἕδρανον
ἕδρασμα
ἑδρασμός
ἑδραστέον
ἑδραστικός
ἕδρη
ἑδριάομαι
ἑδρίας
ἑδριάω
ἑδρικός
ἑδρίτης
ἑδροδιαστολεύς
View word page
ἕδρασμα
eight

ShortDef

eight

Debugging

Headword:
ἕδρασμα
Headword (normalized):
ἕδρασμα
Headword (normalized/stripped):
εδρασμα
IDX:
26114
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26115
Key:

Data

{'content': 'eight'}