Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐγχρυσόω
ἐγχρῴζομαι
ἐγχρώματος
ἐγχυλης
ἐγχυλίζω
ἐγχυλόομαι
ἔγχυλος
ἔγχυμα
ἐγχυματίζω
ἐγχυματισμός
ἐγχυματιστά
ἐγχυματιστέον
ἔγχυμος
ἐγχύμωσις
ἔγχυσις
ἐγχυτέον
ἐγχυτλόω
ἔγχυτον
ἔγχυτος
ἐγχυτρίζω
ἐγχυτρίστρια
View word page
ἐγχυματιστά
injections
ShortDef
injections
Debugging
Headword:
ἐγχυματιστά
Headword (normalized):
ἐγχυματιστά
Headword (normalized/stripped):
εγχυματιστα
IDX:
26062
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26063
Key:
Data
{'content': 'injections'}