Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγχόω
ἐγχράω
ἐγχρεμετίζω
ἔγχρεμμα
ἐγχρέμπτομαι
ἐγχρῄζω
ἐγχρηματίζω
ἐγχρίμπτω
ἔγχρισις
ἔγχρισμα
ἐγχριστέον
ἔγχριστος
ἐγχρίω
ἐγχρονία
ἐγχρονίζω
ἐγχρόνιος
ἐγχρονισμός
ἔγχρονος
ἔγχρυσος
ἐγχρυσόω
ἐγχρῴζομαι
View word page
ἐγχριστέον
one must anoint

ShortDef

one must anoint

Debugging

Headword:
ἐγχριστέον
Headword (normalized):
ἐγχριστέον
Headword (normalized/stripped):
εγχριστεον
IDX:
26043
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26044
Key:

Data

{'content': 'one must anoint'}