Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἔγχορτος
ἔγχος
ἔγχουσα
ἐγχουσίζομαι
ἐγχόω
ἐγχράω
ἐγχρεμετίζω
ἔγχρεμμα
ἐγχρέμπτομαι
ἐγχρῄζω
ἐγχρηματίζω
ἐγχρίμπτω
ἔγχρισις
ἔγχρισμα
ἐγχριστέον
ἔγχριστος
ἐγχρίω
ἐγχρονία
ἐγχρονίζω
ἐγχρόνιος
ἐγχρονισμός
View word page
ἐγχρηματίζω
execute

ShortDef

execute

Debugging

Headword:
ἐγχρηματίζω
Headword (normalized):
ἐγχρηματίζω
Headword (normalized/stripped):
εγχρηματιζω
IDX:
26039
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26040
Key:

Data

{'content': 'execute'}