Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγχλοάω
ἔγχλωρος
ἔγχνοος
ἐγχονδρίζω
ἔγχονδρος
ἔγχορδος
ἐγχορεύω
ἔγχορτος
ἔγχος
ἔγχουσα
ἐγχουσίζομαι
ἐγχόω
ἐγχράω
ἐγχρεμετίζω
ἔγχρεμμα
ἐγχρέμπτομαι
ἐγχρῄζω
ἐγχρηματίζω
ἐγχρίμπτω
ἔγχρισις
ἔγχρισμα
View word page
ἐγχουσίζομαι
rouge

ShortDef

rouge

Debugging

Headword:
ἐγχουσίζομαι
Headword (normalized):
ἐγχουσίζομαι
Headword (normalized/stripped):
εγχουσιζομαι
IDX:
26032
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26033
Key:

Data

{'content': 'rouge'}