Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐγχθόνιος
ἐγχίκτυπος
ἐγχλαινόομαι
ἐγχλαμυδόομαι
ἐγχλιαίνω
ἐγχλίω
ἐγχλοάω
ἔγχλωρος
ἔγχνοος
ἐγχονδρίζω
ἔγχονδρος
ἔγχορδος
ἐγχορεύω
ἔγχορτος
ἔγχος
ἔγχουσα
ἐγχουσίζομαι
ἐγχόω
ἐγχράω
ἐγχρεμετίζω
ἔγχρεμμα
View word page
ἔγχονδρος
in grains
ShortDef
in grains
Debugging
Headword:
ἔγχονδρος
Headword (normalized):
ἔγχονδρος
Headword (normalized/stripped):
εγχονδρος
IDX:
26026
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26027
Key:
Data
{'content': 'in grains'}