Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγχειρίζω
ἐγχειρίθετος
ἐγχειριστέον
ἐγχειροτονέω
ἐγχέλειος
Ἐγχελεῖς
ἐγχελεών
ἐγχελυοτρόφος
ἔγχελυς
ἐγχελυωπός
ἐγχεσίμαργος
ἐγχεσίμωρος
ἐγχεσίπαλοι
ἐγχεσίχειρ
ἐγχέσπαλος
ἐγχεσφόρος
ἐγχέω
ἔγχηλος
ἐγχθόνιος
ἐγχίκτυπος
ἐγχλαινόομαι
View word page
ἐγχεσίμαργος
raging with the spear

ShortDef

raging with the spear

Debugging

Headword:
ἐγχεσίμαργος
Headword (normalized):
ἐγχεσίμαργος
Headword (normalized/stripped):
εγχεσιμαργος
IDX:
26008
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-26009
Key:

Data

{'content': 'raging with the spear'}