Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγκύκλιος
ἔγκυκλον
ἔγκυκλος
ἐγκυκλόω
ἐγκύκλωσις
ἐγκυλίδωτος
ἐγκυλίνδησις
ἐγκυλίνδω
ἐγκύματος
ἐγκυμονέω
ἐγκύμων
ἐγκυοποιέω
ἔγκυος
ἐγκύπτω
ἐγκυρέω
ἐγκύρησις
ἐγκύρτια
ἔγκυρτος
ἐγκύρτωσις
ἐγκύρω
ἐγκυτί
View word page
ἐγκύμων
pregnant

ShortDef

pregnant

Debugging

Headword:
ἐγκύμων
Headword (normalized):
ἐγκύμων
Headword (normalized/stripped):
εγκυμων
IDX:
25929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25930
Key:

Data

{'content': 'pregnant'}