Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγκτάομαι
ἐγκτερεΐζω
ἔγκτημα
ἔγκτησις
ἐγκτητικόν
ἔγκτητος
ἐγκτήτωρ
ἐγκτίζω
ἔγκυαρ
ἐγκυβιστάω
ἐγκυέομαι
ἐγκύησις
ἐγκυητήριον
ἐγκυκάω
ἐγκυκλέομαι
ἐγκύκλημα
ἐγκυκλίζω
ἐγκύκλιος
ἔγκυκλον
ἔγκυκλος
ἐγκυκλόω
View word page
ἐγκυέομαι
to be borne in the womb

ShortDef

to be borne in the womb

Debugging

Headword:
ἐγκυέομαι
Headword (normalized):
ἐγκυέομαι
Headword (normalized/stripped):
εγκυεομαι
IDX:
25912
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25913
Key:

Data

{'content': 'to be borne in the womb'}